οὐ γὰρ πράξιν ἀγαθὴν, ἀλλὰ καὶ εὖ ποεῖν αὐτὴν → it does not suffice to do good–one must do it well
η / τάνυσις, -ύσεως, ΝΑ τάνυμαι/ τανύω1. η ενέργεια του τανύω, τέντωμα2. μτφ. ένταση προσπάθειας, σφίξιμο.