ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death
pf. épq. et ion. de τεύχω;pf. épq. et ion. de τυγχάνω.
τέτευχα:I. παρακ. του τυγχάνω.II. παρακ. του τεύχω.
τέτευχα:I эп. pf. к τεύχω.II эп. pf. к τυγχάνω.