ταυτουργός

From LSJ

ο φίλος τον φίλον εν πόνοις και κινδύνοις ου λείπει → a friend does not abandon his friend in difficulties and in danger, a friend in need is a friend indeed

Source

Greek Monolingual

-όν, Α
ταὐτοποιός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταὐτ(ο)-/ ταυτ(ο)- + -ουργός (< ἔργον), πρβλ. αὐτουργός].