Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τετράδιο

From LSJ

Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 540

Greek Monolingual

το / τετράδιον, ΝΜΑ, και δ. γρφ. τέτραδον Α τετράς, -άδος
νεοελλ.
σώμα από φύλλα χαρτιού, συνενωμένα σε σχήμα βιβλίου, το οποίο χρησιμοποιείται για γραφή (α. «τετράδιο εκθέσεων» β. «τετράδιο αριθμητικής»)
μσν.-αρχ.
1. φύλλο περγαμηνής διπλωμένο στα τέσσερα
2. φυλάκιο στα σύνορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
αρχ.
στρατιωτικό απόσπασμα από τέσσερεις άνδρες.