τραχηλοτομία
From LSJ
ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ τὴν δοκόν, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου → first take the plank out of your own eye, and then you will see clearly to remove the speck from your brother's eye
Greek Monolingual
η, Ν
ιατρ. τομή ή χειρουργική διάνοιξη του τραχήλου της μήτρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τράχηλος + -τομία (< -τομος < τόμος < τέμνω), πρβλ. ομφαλοτομία.