τρυγάνη

From LSJ

Ζῆλος γυναικὸς πάντα πυρπολεῖ δόμον → Der Neid (Hass) auf eine Frau verbrennt das ganze Haus → Die Eifersucht der Frau verbrennt das ganze Haus

Menander, Monostichoi, 195
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρυγάνη Medium diacritics: τρυγάνη Low diacritics: τρυγάνη Capitals: ΤΡΥΓΑΝΗ
Transliteration A: trygánē Transliteration B: tryganē Transliteration C: trygani Beta Code: truga/nh

English (LSJ)

ἡ, = tribula, expld. as τ. ἡ τὸν σῖτον ἀλοῶσα, Glossaria (post τρυτ-); cf. τυκάνη.

Greek Monolingual

ἡ, Α
όργανο κυλινδρικού σχήματος κατάλληλο για το αλώνισμα σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. τυκάνη, κατ' επίδραση του ρ. τρυγῶ (Ι), αν δεν πρόκειται για εσφ. γρφ.].