τρύγημα

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρύγημα Medium diacritics: τρύγημα Low diacritics: τρύγημα Capitals: ΤΡΥΓΗΜΑ
Transliteration A: trýgēma Transliteration B: trygēma Transliteration C: trygima Beta Code: tru/ghma

English (LSJ)

-ατος, τό, crop, of honey, Atticista ined. ap. Ruhnk.Tim. s.v. βλίττειν.

Greek (Liddell-Scott)

τρύγημα: τό, ὡς καὶ νῦν, τρύγημα, συγκομιδή, τὸ τῶν κηρίων τρύγημα βλίττειν λέγουσι Ruhnk εἰς Τίμαιον ἐν λέξει βλίττειν.

Greek Monolingual

το, ΝΜΑ [τρυγῶ (Ι)]
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του τρυγώ, η συγκομιδή καρπών
νεοελλ.
1. (κυρίως) συγκομιδή σταφυλιών, τρύγος
2. μτφ. επιτήδεια απόσπαση χρημάτων από κάποιον
αρχ.
η συγκέντρωση του μελιού από τις κυψέλες.