ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
Full diacritics: τυτάνη | Medium diacritics: τυτάνη | Low diacritics: τυτάνη | Capitals: ΤΥΤΑΝΗ |
Transliteration A: tytánē | Transliteration B: tytanē | Transliteration C: tytani | Beta Code: tuta/nh |
ἡ, v. τυκάνη.
τυτάνη: ἡ, ἴδε τυκάνη.
η, Α
βλ. τυκάνη.
ἡ, s. τυκάνη.