φαντασιοκοπία
From LSJ
Greek Monolingual
η, ΝΜ φαντασιοκόπος
σκέψη που δεν μπορεί να πραγματωθεί, ιδέα που βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα.
η, ΝΜ φαντασιοκόπος
σκέψη που δεν μπορεί να πραγματωθεί, ιδέα που βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα.