Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φλομόχορτο

From LSJ

μωρία δίδωσιν ἀνθρώποις κακά → Inepta mens hominibus impertit mala → Die Torheit gibt den Menschen Unglück zum Geschenk

Menander, Monostichoi, 224

Greek Monolingual

και φλωμόχορτο, το, Ν
βοτ. κοινή ονομασία ειδών φυτών του γένους βερμπάσκο, αλλ. φλόμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φλόμος + χόρτο].