τὸ ἀνάλημμα καὶ τὴν ἐπ' αὐτοῦ κερκίδα → the retaining wall and the wedge of theatre seats supported by it
ἐξόγκωμα, στῆθος, ἦτρον, τύλος, κήλη, κάλη, διόγκωσις, φύσημα