ἀμελητικός

From LSJ

Ὁ μηδὲν εἰδὼς οὐδὲν ἐξαμαρτάνει → Quicumque nihil (nil) scit, ille vir peccat nihil → Ein Mann, der ohne Wissen ist, macht auch nichts falsch

Menander, Monostichoi, 430
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμελητικός Medium diacritics: ἀμελητικός Low diacritics: αμελητικός Capitals: ΑΜΕΛΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: amelētikós Transliteration B: amelētikos Transliteration C: amelitikos Beta Code: a)melhtiko/s

English (LSJ)

ἀμελητική, ἀμελητικόν, carelessly written, ἦτα, of a musical note, Alyp.1,al., Gaud.Harm.23.

Spanish (DGE)

-όν
mal escrito, escrito descuidadamente de letras representando notas musicales ἦτα Alyp.p.370.32, 371.18, 385.34, Gaud.Harm.p.353.5, 21.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμελητικός: -ή, -όν, ὁ ἀγαπῶν ν’ ἀμελῇ, ὁ ἔχων ῥοπὴν πρὸς τὴν ἀμέλειαν, Ἀλύπ. Εἰσ. Εἰσαγ. Μουσ. σ. 4.

Greek Monolingual

ἀμελητικός, -ή, -όν (AM) ἀμελητής
ο επιρρεπής στην αμέλεια, ο φίλος της ανεμελιάς.