ἐμπλήρωμα
From LSJ
Λιμὴν νεὼς ὅρμος, βίου δ' ἀλυπία → Des Lebens Ankerplatz und Port ist Seelenruh → Λιμὴν πλοίου μέν, ἀλυπία δ' ὅρμος βίου
English (LSJ)
-ατος, τό, space filled up, dub. l. in Gal.18(1).376.
Spanish (DGE)
-ματος, τό complemento, añadido Gal.18(1).376 (dud.).