ἐϋστέφανος
From LSJ
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
English (LSJ)
Epic for εὐστέφανος.
French (Bailly abrégé)
épq. c. εὐστέφανος.
German (Pape)
p. = εὐστέφανος.