activo
From LSJ
πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται → all they that take the sword shall perish with the sword
Spanish > Greek
ἐνεργητικός, ἐνέργειος, ἐνδρανής, ἐνεργός, ἀλφηστήρ, δραστικός, δραστικώδης, δραστηριώδης, δραστήριος, ἔμπρακτος, δράστης, ἐθελουργός, ἐνεργέω, ἐνεργής, ἀσκητικός, αὐτουργός, δρηστήρ