Τύχη τέχνην ὤρθωσεν, οὐ τέχνη τύχην → Artem fortuna, non ars fortunam erigit → Das Glück erhöht die Kunst und nicht die Kunst das Glück
P. and V. στέφανος, ὁ, στέμμα, τό (Plato but rare P.), V. στέφος, τό, ἀνάδημα, τό, ἄνδημα, τό, Ar. στεφάνη, ἡ. P. ταινία, ἡ; see also chaplet.
wreathe with a fillet, verb transitive: Ar. and P. ἀναδεῖν, ταινιοῦν; see crown.