negligencia
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
Spanish > Greek
βαναυσία, ἀφυλαξία, ἁμάρτημα, ἀκηδιασμός, ἁμαρτάς, ἀδιαφορία, ἀγεωργία, ἀσυστροφία, ἀμελίη, ἀμελείη, ἀμέλεια, ἀφροντιστία, ἀπροσεξία, ἀπρόσεκτος