αντίκρυ1. βρίσκομαι αντίκρυ2. βλέπω κάποιον ή κάτι απέναντι μου3. συναντώ4. βλέπω κατά πρόσωπο, αντιμετωπίζω5. αντιλέγω, αυθαδιάζω6. ισοσκελίζω τα έσοδα και τα έξοδα («αντικρύζω τα έξοδα μου»).