βίβασις

Revision as of 07:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (7)

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A a Spartan dance, Poll.4.102.    II = ὀχεία, Gloss.    III = κοίτη, στιβάς, Hsch.

German (Pape)

[Seite 444] ἡ, Gang, Tanz, Poll. 4, 102; das Bespringenlassen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

βίβᾰσις: -εως, ἡ, ἴδιόν τι εἶδος χοροῦ (οἷον περιγράφεται ἐν Ἀριστοφ. Λυσ. 82), Πολυδ. Δ΄, 102.

Greek Monolingual

βίβασις, η (Α) βιβάζω
1. είδος χορού στην αρχαία Σπάρτη
2. η συνουσία, η οχεία
3. κοίτη, κρεβάτι.