μαγνητοσκοπώ

Revision as of 07:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (23)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

εγγράφω με τη χρησιμοποίηση μαγνητοσκοπίου εικόνες και ήχους τηλεόρασης σε μαγνητική ταινία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαγνήτης + -σκοπώ (< σκοπός) πρβλ. αστερο-σκοπώ, βολιδο-σκοπώ].