μητροφόντης

Revision as of 07:38, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)

English (LSJ)

ου, ὁ, = foreg., E.Or.479,1587, Andr.999, Arist.Rh. 1405b22.

German (Pape)

[Seite 180] ὁ, dasselbe, Eur. Or. 1587 Andr. 1000.

Greek (Liddell-Scott)

μητροφόντης: ὁ, = μητροφόνος, Εὐρ. Ὀρ. 497, Ἀριστ. Ρητ. 3. 2, 14.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
c. μητροφόνος.

Greek Monolingual

μητροφόντης, ὁ (Α)
μητροφόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μήτηρ, μητρός + -φόντης (< θείνω «φονεύω» κατ' επίδραση του φόνος), πρβλ. ανδρο-φόντης, πατρο-φόντης.