труд
Russian > Greek
ἆθλος, άεθλος, πραγματεία, σπούδασμα, χειρωναξία, χειρωναξίη, λατρεία, πόνησις, μόχθημα, πόνημα, διαπόνημα, μόγος, κόπος
ἆθλος, άεθλος, πραγματεία, σπούδασμα, χειρωναξία, χειρωναξίη, λατρεία, πόνησις, μόχθημα, πόνημα, διαπόνημα, μόγος, κόπος