ἡ, A opinion, D.C.53.19.
[Seite 657] ἡ, das Meinen, Wähnen, D. Cass. 53, 19.
δοξᾰσία: ἡ, (δοξάζω) γνώμη, ἰδέα, Δίων Κ. 53. 19.
-ας, ἡ opinión τῆς ἐμῆς δοξασίας D.C.53.19.6.
η (AM δοξασία)γνώμη, εικασία, ιδέα (όχι σαφής γνώση, στηριγμένη σε αποδείξεις).