ὑομουσία

Revision as of 08:15, 13 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

English (LSJ)

[ῠ], ἡ,    A swine's music, swinish taste in music, Ar.Eq.986(lyr.).

German (Pape)

[Seite 1179] ἡ, Saumusik oder Saugesang, Ar. Equ. 981.

Greek (Liddell-Scott)

ὑομουσία: ἡ, χοιρομουσική, χοιρίνη πρὸς μουσικὴν διάθεσις, «χοιρῳδία, ἀπαιδευσία» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Ἱππ. 986.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
éducation de porc.
Étymologie: ὗς, μοῦσα.

Greek Monolingual

ἡ, Α
απαιδευσία στα σχετικά με τη μουσική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὗς, ὑός «χοίρος» + -μουσία (< -μουσος < μοῦσα), πρβλ. φιλο-μουσία].

Greek Monotonic

ὑομουσία: [ῠ], ἡ, χοιρομουσική, πρόστυχο γούστο στη μουσική, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ὑομουσία: ἡ ирон. свиной (художественный) вкус Arph.

Middle Liddell

ὑο-μουσία, ἡ,
swine's music, swinish taste in music, Ar.