πανταχόσε

Revision as of 19:00, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

Adv., = foreg., Th.7.42, Pl.R.540a, etc.; incorrectly for A πανταχοῦ, τοῖς π. δήμοις Plu.Agis14.

German (Pape)

[Seite 463] = πανταχοῖ, Plat. Rep. VII, 539 e u. öfter, u. Sp., wie Plut. Agis 14.

Greek (Liddell-Scott)

πανταχόσε: Ἐπίρρ., = τῷ προηγ., Θουκ. 7. 42, Πλάτ. Πολ. 539Ε, κτλ.· ἡμαρτημένως ἀντὶ πανταχοῦ, τοῖς π. δήμοις Πλουτ. Ἆγις 14.

French (Bailly abrégé)

adv.
1 de tous côtés, partout avec mouv.
2 irrég. c. πανταχοῦ.
Étymologie: πᾶς, -αχόσε.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. προς κάθε κατεύθυνση, παντού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πᾶς, παντός + ουρανικό πρόσφυμα -αχ- + επιρρμ. κατάλ. -σε (πρβλ. πολλαχόσε), μέσω ενός αμάρτυρου επιθ. πανταχός].

Greek Monotonic

παντᾰχόσε: (πᾶς), επίρρ. = το επόμ., σε Θουκ., Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

παντᾰχόσε: adv.
1) Thuc., Plat. = πανταχοῖ;
2) Plut. = πανταχοῦ I.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πανταχόσε [πᾶς] adv., overal heen, overal.