Ὄασις

Revision as of 14:50, 2 September 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' εως ἡ) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3")

English (LSJ)

εως, ἡ, name of cities in the Libyan desert, Hdt.3.26, Olymp.Hist.p.464 D.; cf. Αὔασις :—hence Ὀασῖται, οἱ, Ptol.Geog. 4.5.25 : Adj. Ὀασιτικός, ή, όν, PSI4.433.6 (iii B. C.).

Greek (Liddell-Scott)

Ὄασις: -εως, ἡ, τόπος εὔφορος καὶ κατῳκημένος ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Λιβύης, ἀποτελῶν οὕτως εἰπεῖν χλοερὰν νῆσον ἐν μέσῳ τῆς ξηρᾶς καὶ ἀμμώδους ἐρήμου, Ἡρόδ. 3. 26, ἔνθα ἴδε Bähr. (Τὸ ὄνομα εἶναι πιθανῶς Ἀραβικὸν (vah)· ὁ τύπος Αὔασις, ἀπαντᾷ παρὰ Στράβ. 130, ὅπερ ἴσως εἶναι ἁπλῶς ἀπόπειρα πρὸς Ἑλληνικὴν ἐτυμολογίαν τῆς λέξεως οἱονεὶ ἐκ τοῦ αὔω, αὐαίνω).

Greek Monotonic

Ὄασις: -εως, ἡ, ονομασία εύφορων τόπων στη Λιβυκή έρημο, σε Ηρόδ. (όνομα πιθ. Αιγυπτιακό).

Russian (Dvoretsky)

Ὄασις: εως ἡ Оасис (город в Большом Оазисе - Египет) Her.

Middle Liddell

Ὄασις, εως,
a name of the fertile islets in the Libyan desert, Hdt. [The name is prob. Egyptian.]