ἀριστητήριον

Revision as of 14:03, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

English (LSJ)

[ᾱ], τό, (ἀριστάω) refectory, τὸ ἱερὸν ἀ. τοῦ θεοῦ BCH 15.184.

Spanish (DGE)

-ου, τό
sala de banquetes para las comidas sagradas de los fieles de Zeus Panamaro IStratonikeia 17.17, 270.6 (ambas II d.C.)
comedor, PZilliac.6.26, 28 (VI d.C.), PLond.1874 (VII d.C.), cf. prob. haplografía ἀριστήριον PMasp.302.10 (VI d.C.)
refectorio Cyr.S.V.Euthym.18.3, 64.18, 69.17.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστητήριον: τό, παρ’ Ἐκκλ. μέρος ἔνθα γευματίζει ἤ δειπνεῖ τις, δειπνητήριον, «τραπεζαρία».

Greek Monolingual

ἀριστητήριον, το (AM)
μέρος όπου γευματίζει ή δειπνεί κάποιος, η τραπεζαρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αριστώπρογευματίζω ή γευματίζω») < άριστον «το πρόγευμα ή το γεύμα»].