cultivo
Spanish > Greek
γένος, γεωργία, θεραπεία, θεραπηΐη, καλλιεργία, κατεργασία, φυτουργία, ἀγωγή, ἀναγωγή, ἀνατροφή, ἐκτροφή, ἐξεργασία, ἐπιτήδευσις, ἡμέρωσις, ἡμερότης
γένος, γεωργία, θεραπεία, θεραπηΐη, καλλιεργία, κατεργασία, φυτουργία, ἀγωγή, ἀναγωγή, ἀνατροφή, ἐκτροφή, ἐξεργασία, ἐπιτήδευσις, ἡμέρωσις, ἡμερότης