πινακίς

Revision as of 10:22, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, = πινάκιον (tablet, memorandum book) 1.3, Philyll.11, Machoap.Ath.13.582c; in the Kingdom of Bosporus, ἐπὶ τῆς πινακίδος, as title, prob. in IPE2.29.29 (Panticapaeum, iii A. D.), cf. BMus.Inscr.183 (πινακεῖδος): pl., πινακίδες Ἑλληνικαί
A codicils in Greek, PGnom.36 (ii A. D.).
2 in plural, tablets, Plu.TG6, Id.2.47e, Arr.Epict. 1.10.5.
II a kind of dance, Poll.4.103, Ath.14.629f.

German (Pape)

[Seite 616] ἡ, = πινακίδιον, u. im plur., wie δέλτοι, Diplome, codicilli, Plut. T. Graech. 6; vgl. Spohn de extr. Od. parte p. 175.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
tablette pour écrire.
Étymologie: πίναξ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πινακίς -ίδος, ἡ, demin. van πίναξ, schrijftablet.

Russian (Dvoretsky)

πῐνᾰκίς: ίδος (ῐδ) ἡ дощечка для записей, писчая табличка (πινακίδες χαλκαῖ Plut.).

Spanish

tablilla

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ
βλ. πινακίδα.

Greek Monotonic

πῐνᾰκίς: -ίδος, ἡ, = πινάκιον, στον πληθ., οι πίνακες, τα πλακίδια, σε Πλούτ.

Greek (Liddell-Scott)

πινᾰκίς: -ίδος, ἡ, = πινάκιον Ι. 4, Φιλύλλιος ἐν «Πόλεσι» 3, Μάχων παρ’ Ἀθην. 582C. 2) ἐν τῷ πληθ., ὡς τὸ δέλτοι, πινακίδες, Λατ. codicilli, Πλουτ. Τ. Γράκχ. 6, ὁ αὐτ. 2. 47Ε. ΙΙ. εἶδος ὀρχήσεως, Ἀθήν. 629F, Πολυδ. Δ΄ 103.

Middle Liddell

πῐνᾰκίς, ίδος, ἡ, = πινάκιον
in pl., tablets, Plut.

Chinese

原文音譯:pinak⋯dion 披那企笛按
詞類次數:名詞(1)
原文字根:木板(小型)
字義溯源:書寫板,寫字板;源自(πίναξ)=盤子); (πίναξ)出自(πλάξ)=模板),而 (πλάξ)又出自(πλάσσω)*=模造)
出現次數:總共(1);路(1)
譯字彙編
1) 一塊寫字板(1) 路1:63

Léxico de magia

tablilla para escribir ἔχε δὲ πινακίδα, εἰς ἥν μέλ<λ>εις γρ<ά>φε<ι>ν, ὅσα σοι λέγει, καὶ μαχαῖριν ὁλοσίδηρον δίστομον ten una tablilla, en la que escribirás cuanto te diga, y un cuchillo de doble filo todo de hierro P XIII 91 P XIII 646 P VIII 90 παραθήσεις δὲ αὐτῷ λύχνους ἀμιλτώτους ζʹ καὶ τρία μικρὰ δίπαλτα, πινακίδας pondrás junto a él siete lámparas no pintadas de rojo, tres pequeños cuchillos de doble filo y tablillas P XII 23 ἐπερεῖς τὴν ἐντυχίαν ταύτην, καὶ εἰπὼν κατάκου ἐπὶ τῶν στρωμάτων κατέχων καὶ τὴν πινακίδα καὶ τὸ γραφεῖον añadirás esta petición y, al decirla, acuéstate sobre una estera sujetando la tablilla y el estilo P XIII 137 P XIII 696

Translations

Akkadian: 𒁾; Arabic: لَوْح‎; Bulgarian: плочка, табелка; Dutch: kleitablet; Finnish: savitaulu; Ge'ez: ጾላዕ; German: Tafel; Greek: πινακίδα, πλακίδιο; Ancient Greek: πίναξ, πινακίς, πινάκιον, δέλτος, πλατεῖον; Hebrew: לוּחַ‎; Hungarian: írótábla, agyagtábla, tábla, kőtábla; Latin: tabula; Persian: لوح‎; Portuguese: tabuleta; Russian: дощечка, табличка, плита; Spanish: placa; Sumerian: 𒁾; Swedish: stentavla; Tagalog: tableta