evacuación
Spanish > Greek
διακένωσις, ἐξανάστασις, ἀνάστασις, ἐκφόρησις, ἀποικονόμησις, διέξοδος, ἔκρυσις, ἔκστασις, ἀπόχυσις, ἔκκρισις, ἔκδοσις, ἔκπεμψις, ἄνοχον, ἀποπάτησις, ἐκκόπρωσις, ἀφόδευσις, διαχώρησις, ἀφολκή, ἀποφλεγματισμός, ἐκκομιδή, ἐξάρυσις, ἀπότριψις, δίοδος, διαφόρησις, ἐκπόρευσις