Search results

  • μάντιν ἐρείομεν ἱερῆα καὶ ὀνειροπόλον 1, 62, wie Soph. O. R. 233; τις Ἀπόλλων Πὰν Ζεύς Aesch. Ag. 55; σεισ μὸν βροντὴν Διὸς σέλας Soph
    55 KB (6,518 words) - 07:30, 13 November 2024
  • particules : ἄρα OD, ἄρ IL, ῥα IL, δή IL, μάν IL, μέν IL, τε IL, θήν IL, m. sign. ; κάρτα ESCHL certes, tout à fait, bien sûr ; μάλα IL
    23 KB (2,852 words) - 06:50, 30 October 2024
  • (AM ) θηλ. του άρθρ. ὁ, (, το) αρχ. στον Όμ. και με αντωνυμική σημασία, αντί αὕτη. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ο]. (VII) (Α) θηλ. της αναφ. αντων. ὅς (, ὅ). [ΕΤΥΜΟΛ
    500 bytes (35 words) - 13:03, 8 January 2019
  • : 5. {ē} Meaning: wenn (kypr. dor.) See also: s. εἰ. Page 1,619
    140 bytes (13 words) - 14:55, 2 October 2019
  • όπως: ἄρα, ἄρα δή, ἄρ', ἄρ' τε, ρα, ράνυ, γάρ, γάρ τοι, δή, δή που, δῆτα, θήν, κάρτα, μάλα, μάλα δή, νυ, τάχα, τε 4
    15 KB (1,214 words) - 14:39, 6 February 2024
  • [Seite 1148] die, s. ὁ, , τό, – , s. ὅς, , ὅ. fém. de l'art. ὁ. epic forms, gen. τοῖο, du. τοῖιν, pl. τοί, ταί, gen. τάων, dat. τοῖσι, τῆς(ι): (1) as
    2 KB (270 words) - 12:43, 6 December 2022
  • bei Hom. vorkommt, so ist die Vrbdg ᾑ θέμις ἐστίν mit Spitzner u. Bekker in θέμις ἐστίν zu ändern, Il. 2, 73 u. öfter (s. θέμις); vgl. Buttm. Lexil. I
    3 KB (413 words) - 08:20, 19 November 2024
  • стала произноситься как i); ηʹ = 8; ͵η = 8000. η, ῆτα, der siebente Buchstabe des griechischen Alphabets, als Zahlzeichen ηʹ = 8, ͵η = 8000. Erst spät (403
    3 KB (296 words) - 16:30, 24 November 2022
  • 2) 八個(2) 路13:4; 彼前3:20 tb. ηʹ ocho ref. a la Ogdóada, los ocho dioses de la cosmogonía hermopolitana ὃν δορυφοροῦσιν οἱ ηʹ φύλακες a quien protegen con
    25 KB (2,404 words) - 15:38, 16 November 2024
  • σελίγνιον ἄναλον καὶ τυρὸν αἴγειον δίδου ἑκάστῳ σελιγνίου δραχμὰς ηʹ, τυροῦ δραχμὰς ηʹ toma harina de trigo sin sal y un queso de cabra y dale a cada uno
    8 KB (787 words) - 13:34, 16 November 2024
  • adv. in the phrase θέμις ἐστίν, as is right. See ὅς. see ὅς. : θηλ. της αναφορ. αντων. ὅς. s. ὅς, , ὅ. : II как: только в выраж. θέμις ἐστί Hom. как
    2 KB (255 words) - 22:43, 23 March 2024
  • 77.θʹ.6 •fig. enseñar, mostrar ἅπασιν ἀνεπήγασας διδάγματα θεῖα Rom.Mel.79.ηʹ.2. ἀναπηγάζω (Μ) αναβλύζω. Abkhaz: арҵара; Afrikaans: leer, onderrig; Alabama:
    6 KB (532 words) - 21:02, 8 February 2024
  • μετὰ γεν., Ἑβδ. (Γέν. ΛΗʹ, 7, Ἔξοδ. ΚΗʹ, 26, 31, Εὐαγγ. κ. Λουκ. αʹ, 8, Πράξ. ηʹ, 21). from ἐν and ἀντί; in front of (i.e. figuratively, presence): before
    4 KB (432 words) - 11:34, 5 November 2024
  • von edlem Gemüth, Eust. -ον magnánimo, entre los crist. santo Rom.Mel.69.ηʹ.3, 82.κζʹ.1. -ον (Μ γενναιόφρων, -ον) αυτός που έχει γενναίο φρόνημα νεοελλ
    808 bytes (47 words) - 08:40, 23 August 2021
  • < φρ. κἄν τι για τον μεν τ. ὁκάτι βλ. κάποιος, κάπου]. (II) το 1. η πτυχή, η πιέτα, η δίπλα (α. «κάνε το πανί τρία κάτια» β. «έγινε δύο κάτια» — διπλώθηκε
    3 KB (201 words) - 14:05, 8 January 2019
  • λαβὼν σελίγνιον ἄναλον καὶ τυρὸν αἴγειον δίδου ἑκάστῳ σ. δραχμὰς ηʹ, τυροῦ δραχμὰς ηʹ toma harina de trigo sin sal y un queso de cabra y dale a cada uno
    2 KB (159 words) - 11:07, 25 August 2023
  • but its self-pollination has been recorded. bot. agnocasto λαβὼν κηροῦ οὐγκίας δʹ, ἄγνου καρποῦ οὐγκίας ηʹ toma cuatro onzas de cera y ocho onzas del
    7 KB (779 words) - 09:05, 25 August 2023
  • εἶχον», Ισοκρ. δ. « πρὸς ὑμᾱς ἔχθρα», Ξεν.) 5. τον χρόνο ή, στην αρχαία Ελληνική, την ηλικία και, ειδικότερα τη χρονική εγγύτητα, η οποία όμως δηλώνεται
    16 KB (1,298 words) - 09:47, 13 October 2022
  • 2 c. gen. que está en medio de ἀλλήλων Ph.Byz.Mir.1.2, γονάτων Rom.Mel.25.ηʹ.5. [Seite 198] in der Mitte, πόλεις, Städte mitten im Lande, im Gegensatz
    3 KB (247 words) - 14:31, 15 October 2024
  • γ) «κάνω του κεφαλιού μου» ή «κάνω το γούστο μου» ή «κάνω το κέφι μου» ή «κάνω ό,τι μού κατέβει» ή «κάνω ό,τι μού καπνίσει» ή «κάνω τα δικά μου» — ενεργώ
    27 KB (2,083 words) - 14:41, 6 February 2024
View (previous 20 | ) (20 | 50 | 100 | 250 | 500)