η (Α ἀκληρία) και ακληριά ἄκληροςνεοελλ.1. η ατεκνία2. η φτώχεια, η δυστυχίαμσν.αποστέρηση εδαφών που ανήκουν σε κάποιον με κληρονομικό δικαίωμααρχ.η ατυχία.