η1. η ασπράδα, η λευκότητα2. το ξάσπρισμα, η αλλοίωση του χρωματισμού3. η χλωμάδα, η ωχρότητα («η ασπρίλα του νερού»).[ΕΤΥΜΟΛ. < άσπρος + (κατάλ.) -ίλα (πρβλ. ανατριχίλα, κοκκινίλα, μαυρίλα κ.ά.)].