Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ἀχλυόπεζα, η (Α)(για την Αυγή) αυτή που έχει τα πόδια της μέσα στην ομίχλη.[ΕΤΥΜΟΛ. < αχλύς (-ύος) + πέζα, δωρ. και αρκαδ. τ. αντί πους «το πόδι»].