χθιζά
English (LSJ)
v. χθιζός.
German (Pape)
[Seite 1354] adv., s. χθιζός.
French (Bailly abrégé)
v. χθιζός.
Russian (Dvoretsky)
χθιζά: adv. вчера (χθιζά τε καὶ πρῴϊζα Hom.).
Greek (Liddell-Scott)
χθιζά: Ἐπίρρ. τοῦ χθιζός, «χθιζά· τὰ χθὲς καὶ πρῴην» (Ἡσύχ.), ἴδε πρώϊζος.
Greek Monolingual
Α.επίρρ. χθες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. χθιζά, χθιζόν, χθιζός έχουν σχηματιστεί από το επίρρ. χθες, εμφανίζουν, όμως, τον δυσερμήνευτο φωνηεντισμό -ι- (για προσπάθειες ερμηνείας βλ. λ. χθες), ενώ προβλήματα γεννά και ο καθορισμός τών μεταξύ τους σχέσεων, καθώς και του τρόπου σχηματισμού τους. Αν θεωρηθεί αρχικός ο τ. χθιζά, θα μπορούσε να αναχθεί σε τ. χθεσ-δα / χθισ-δα με επιρρμ. κατάλ. -δα (πρβλ. κρύβδα), ενώ οι τ. χθιζόν, χθιζός θα αποτελούσαν υστερογενείς σχηματισμούς. Η αναγωγή του τ. σε χθεσ-δjα / χθισ-δja και η σύνδεση του β' συνθετικού -δja με το αρχ. ινδ. a-dya «σήμερα» δεν θεωρείται ιδιαίτερα πιθανή. Ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλειστεί η περίπτωση ότι αρχικός τ. είναι το επίθ. χθιζός (από το οποίο προήλθαν τα επιρρ. χθιζά, χθιζόν). Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν θα ήταν δυνατόν να διατυπωθεί κάποια υπόθεση για τον τρόπο σχηματισμού τών λ.].