Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν αὐθαίρετα → Ab ipsis fere parantur mala mortalibus → Von Sterblichen ist selbstgewählt das meiste Leid
η (Α ἀποπομπή) αποπέμπω
νεοελλ.
απόλυση από υπηρεσία ή αξίωμα
αρχ.
1. αποσόβηση, αποτροπή
2. εξαγνισμός, κάθαρση
3. αποδίωξη της συζύγου.