ανακοίνωση
From LSJ
πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)
Greek Monolingual
η (Μ ἀνακοίνωσις)
γνωστοποίηση, αναγγελία, πληροφορία
νεοελλ.
έκθεση αποτελεσμάτων επιστημονικής έρευνας σε συγκέντρωση επιστημόνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνακοινῶ.
ΠΑΡ. νεοελλ. ανακοινώσιμος].