γραμματόπλεγμα

From LSJ
Revision as of 06:26, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → it is silence that gives women dignity

Source

Greek Monolingual

το
σύμπλεγμα γραμμάτων (συνήθως κεφαλαίων), αρχικών ονόματος προσώπου, ιδρύματος, εταιρείας, πολιτείας κ.λπ., το αρκτικόλεξο (π. χ. ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΟΚ κ.λπ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < γράμμα (-ατος) + πλέγμα. Η λ. γραμματοπλέγματα μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Ακρόπολις].