γραμματόπλεγμα

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source

Greek Monolingual

το
σύμπλεγμα γραμμάτων (συνήθως κεφαλαίων), αρχικών ονόματος προσώπου, ιδρύματος, εταιρείας, πολιτείας κ.λπ., το αρκτικόλεξο (π. χ. ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΟΚ κ.λπ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < γράμμα (-ατος) + πλέγμα. Η λ. γραμματοπλέγματα μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Ακρόπολις].