διαπόρθμευση

From LSJ
Revision as of 06:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source

Greek Monolingual

η (Α διαπόρθμευσις, -εως) διαπορθμεύω
η διάβαση στην απέναντι όχθη ή ακτή μέσω πορθμείου.