ερυθροβλάστη

From LSJ
Revision as of 06:32, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (14)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὥστεβίος, ὢν καὶ νῦν χαλεπός, εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ' ἂν τὸ παράπαν → and so life, which is hard enough now, would then become absolutely unendurable

Source

Greek Monolingual

η
βιολ. μη ώριμο κύτταρο της ερυθράς σειράς που φυσιολογικά βρίσκεται στον μυελό τών οστών ενώ στο αίμα εμφανίζεται σε περίπτωση βαριάς αναιμίας (συνών. εμπύρηνο ερυθροκύτταρο).
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. erythroblast)].