δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies
εὐφίλητος, -ον (Α)αυτός που αγαπιέται πολύ, ο πολύ αγαπητός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + φιλητός (< φιλώ «αγαπώ»)].