οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty
αἴθρη και -α, η (Α)καθαρός, ανέφελος ουρανός, λαμπρός καιρός, αιθρία.[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰθήρ.ΠΑΡ. μσν. αἰθρήεις.ΣΥΝΘ. αρχ. αἰθρη-γενέτης, αἰθρη-γενής].