Ἔρως ἀνίκατε μάχαν → O love, invincible in battle!
ἰδανός, -όν (Α)ωραίος, κομψός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδείν (απρμφ. αόρ. β' του ορώ) + -ανός κατά τα ικ-ανός, πιθ-ανός. Η λ. χρησιμοποιείται ως επίθ. τών χαρίτων και παράγει το επίθ. ιδανικός].