καταθέτω

From LSJ
Revision as of 06:38, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (19)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source

Greek Monolingual

καταθέτω)
1. τοποθετώ κάτω, αποθέτω
2. παραδίδω χρήματα σε πιστωτικό ίδρυμα για φύλαξη και τοκισμό
3. (ως δικανικός όρος) παρέχω, δίνω μαρτυρία για πρόσωπα ή για γεγονότα ενώπιον δικαστικής ή ανακριτικής αρχής
μσν.
1. ρίχνω κάποιον κάτω νεκρό
2. ενταφιάζω
3. διατυπώνω, εκφράζω κάτι σωστά.