καταθέτω
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
(Μ καταθέτω)
1. τοποθετώ κάτω, αποθέτω
2. παραδίδω χρήματα σε πιστωτικό ίδρυμα για φύλαξη και τοκισμό
3. (ως δικανικός όρος) παρέχω, δίνω μαρτυρία για πρόσωπα ή για γεγονότα ενώπιον δικαστικής ή ανακριτικής αρχής
μσν.
1. ρίχνω κάποιον κάτω νεκρό
2. ενταφιάζω
3. διατυπώνω, εκφράζω κάτι σωστά.