καταβίβαση
From LSJ
Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft
Greek Monolingual
η (AM καταβίβασις) καταβιβάζω
καταβιβασμός, κατέβασμα, χαμήλωμα
αρχ.
(ειδ.) η μεταφορά του τόνου μιας λέξεως προς το τέλος, προς τη λήγουσα.