καταπολεύω

From LSJ
Revision as of 06:39, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (19)

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταπολεύω Medium diacritics: καταπολεύω Low diacritics: καταπολεύω Capitals: ΚΑΤΑΠΟΛΕΥΩ
Transliteration A: katapoleúō Transliteration B: katapoleuō Transliteration C: katapoleyo Beta Code: katapoleu/w

English (LSJ)

   A revolve, ὁ ἰσημερινὸς τῷ βορείῳ κύκλῳ -εύοντι βραδυτέρω<ς> . . ὁμοχρόνως κινεῖται Sch.Arat.147; of the constellation Ἄρκτος, move downwards in an orbit, opp. ἀναπολεύω, PMag.Par.1.702.

German (Pape)

[Seite 1371] sich drehen, Schol. Arat. Phaen. 147.

Greek (Liddell-Scott)

καταπολεύω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ πολεύω, στρέφομαι, Σχόλ. εἰς Ἀράτ. Φαιν. 147.

Greek Monolingual

καταπολεύω (Α)
1. στρέφομαι
2. πάπ. (για τον αστερισμό Άρκτος) κινούμαι προς τα κάτω κυκλικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + πολεύω «στρέφομαι» (< πόλος)].