κεβλή

From LSJ
Revision as of 06:40, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (20)

λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεβλή Medium diacritics: κεβλή Low diacritics: κεβλή Capitals: ΚΕΒΛΗ
Transliteration A: keblḗ Transliteration B: keblē Transliteration C: kevli Beta Code: keblh/

English (LSJ)

(on the accent, v. Hdn.Gr.1.318), ἡ, Maced. form of κεφαλή, Call.Fr.140, cf. EM498.41: κεβαλή, ib.195.39, Hsch.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
poét. c. κεφαλή.

Greek Monolingual

κεβλή και κέβλη και κεβαλή, ἡ (Α)
κεφαλή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Συγκεκομμένος τ. του κεβαλή που είναι της αρχ. μακεδονικής διαλέκτου, σχηματισμένος με την τροπή του δασέος σε μέσο (φ > β), που αποτελεί γνωστό φωνολ. χαρακτηριστικό της αρχ. μακεδόνικης διαλέκτου].