κόριζα

From LSJ
Revision as of 06:41, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → the critical moment will turn out to be the teacher of many things

Source

Greek Monolingual

η (Μ κόριζα)
ο κοριός
νεοελλ.
ζωολ. γένος ετερόπτερων εντόμων της οικογένειας corixidae, η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από 300 είδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόρις, -ιδος, αντί του κανονικού μεταπλασμένου τ. κόριδα].