Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
κύκυον: «τὸν σικυὸν» Ἡσύχ.
κύκυον (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «τὸν σικυόν».
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κυκύιζα].